Τύμφη (διήμερο)
vicino a Tsepélovo, Epirus (Greece)
Visualizzato 147 volte, scaricato 0 volte
Foto del percorso



Descrizione dell'itinerario
1η μέρα - Κορυφή Αστράκας
Βουνοσπαρμένη Ήπειρος… Πεζοπορία στο απόκοσμο, σεληνιακό και εντυπωσιακό τοπίο της Τύμφης. Στην Ήπειρο της καρδιάς μας, στον τόπο που φτερουγίζει η ψυχή μας, πάντα θα είναι αλλιώτικη η κάθε δραστηριότητα. Από την στιγμή που ανακοινώθηκε η πεζοπορία μας στην Τύμφη, ανυπομονούσαμε. Βλέποντας τον χάρτη, οι διαδρομές και τα αξιοθέατα ήταν τόσα πολλά όπου δεν ξέραμε από που να πρωταρχίσουμε. Άπειρου κάλλους η Ήπειρος, από τις βουνοκορφές, μέχρι και τις ακρογιαλιές. Χαράδρες, ποτάμια, δάση, αλλά και άνθρωποι, πάντα μας συγκινούν και μας κάνουν να νιώθουμε υπερήφανοι για την γενέτειρα μας. Η αφετηρία της διαδρομής θα ήταν το Τσεπέλοβο, το μεγαλύτερο σε πληθυσμό χωριό του Ζαγορίου και ένα από τα πέτρινα κοσμήματα του. Φτάσαμε νύχτα, στο δρόμο δεν υπήρχε ψυχή, εκτός από δυο-τρεις τετράποδους φύλακες. Η θερμοκρασία κυμαίνονταν γύρω στους 10 βαθμούς και αράξαμε μέσα στο αυτοκίνητο μέχρι να ρθουν τα παιδιά από την Θεσσαλονίκη. Άρχισε να χαράζει. Κτηνοτρόφοι και κυνηγοί πήραν τα βουνά. Το χωριό το ξυπνήσαμε όμως όταν φτάσαν τα παιδιά, ζουζουνίζοντας σαν μια κυψέλη μελισσιών μέχρι να ετοιμαστούμε. Στην πλατεία του χωριού, ένας κύριος απολάμβανε τον πρωινό καφέ του. Εμείς ακολουθήσαμε ένα πέτρινο σοκάκι μέχρι να βγούμε πιο ψηλά, για να βρούμε τα ίχνη του μονοπατιού. «Σε 4 ώρες θα είστε πάνω», μας είπε βιαστικά ένας ηλικιωμένος δρομέας. Βέβαια μας πήρε παραπάνω, μάλλον κάτι δεν υπολόγισε σωστά. Ζεστός ο Οκτώβριος. Και στο γυμνό τερέν που περπατούσαμε δεν μας διευκόλυνε. Κάπου κάπου, το μονοπάτι μας οδηγούσε στο ρίζωμα κάποιων τεράστιων βράχων. Εκεί μπορούσαμε να πάρουμε δυο ανάσες, να πιούμε μια γουλιά νεράκι και ξανά στο πεδίο. Στα υψίπεδα του βουνού, οι αγελάδες και τα άλογα ήταν οι μόνες μας συναντήσεις. Το μεσημέρι φτάσαμε στη λούτσα Ραμπόζι. Η μεγαλύτερη μας στάση ήταν εκεί. Ξεφορτώσαμε την «προίκα» μας, και σταθήκαμε με το βλέμμα καρφωμένο στον τοίχο της Αστράκας. Φάγαμε κάτι στα γρήγορα, παίρνοντας δύναμη και πήραμε τον ανήφορο χωρίς βάρος. Ίσως το πιο ενδιαφέρον σημείο της πρώτης μέρας. Αφενός, ο σωστός συντονισμός με ένα κοπάδι αγριόγιδων την στιγμή που πετάχτηκαν τρέχοντας από ένα λούκι, δημιούργησε μια ξεχωριστή στιγμή. Αφετέρου, το σκαρφάλωμα στον βράχο, ανέβασε την αδρεναλίνη μας. Το απόγευμα της πρώτης μέρας μας βρήκε τελικά στην κορυφή της Αστράκας. Γύρω μας, τα μέρη γνωστά, με αρκετά από αυτά να τα έχουμε περπατήσει. Όρη Τσαμαντά, Νεμέρτσικα, Όρη Λεσκοβικίου, Γράμμος, Σμόλικας. Στα πόδια μας το μικρό Πάπιγκο και ο κάμπος της Κόνιτσας πιο πέρα. Ο Σαραντάπορος με τον Αώο συνέχιζαν το ταξίδι τους στα αιματοβαμμένα υψώματα του ‘40. Οκτώβριος τότε, Οκτώβριος και τώρα. Και συνεχίζουμε: «Στη μέση πιάνει ο Τόμαρος κοντά στο Μιτσικέλι κι η Πίνδος κατ' ανατολή Τζουμέρκα Περιστέρι…» Όλα αυτά, μαζί με τις κορυφές της Τύμφης, και την Δρακόλιμνη αποτελούσαν το πανοραμικό μας πλάνο. Ένα σωρό συναισθήματα αντικρίζοντας τα, έτοιμα να ξεσπάσουν… αλλά ο ήλιος έδυε και έπρεπε να επιστρέψουμε στις όχθες τις λούτσας για να κατασκηνώσουμε. Δεν είχε αέρα, στήσαμε εύκολα τις σκηνές. Φάγαμε και ξαπλώσαμε ύστερα στο χορτολίβαδο για να μας ταξιδέψει ο Βασίλης στα αστέρια και τον γαλαξία. Εξηγώντας τους αστερισμούς, τους οποίους τους βρήκαμε αρκετά ενδιαφέρον. Οι εξηγήσεις στις απορίες μας αρκετές και χρήσιμες. Μερικοί την κάναν γρήγορα για ύπνο. Με τον Βασίλη συνεχίσαμε την φωτογράφηση των αστεριών πριν ξαπλώσουμε να ξεκουραστούμε. Είχαμε την ευκαιρία, να απολαύσουμε την γαλήνη του βουνού, στις πιο ήσυχες ώρες του. Αυτό που τσάκιζε την σιωπή, ήταν μόνο ο χτύπος από τα κουδούνια των αγελαδιών, που μας τον έφερνε ο αέρας. Έχουν μαζευτεί στην απέναντι πλευρά, για να προστατευθούν από το κρύο και τον αέρα την νυχτός.
2η μέρα - Κορυφή Γκαμήλα
Ήταν γύρω στις δώδεκα.
Ο αέρας δυνάμωσε!
Η σκηνή άρχισε να «χορεύει» στο ρυθμό του, αλλά καταφέραμε να κοιμηθούμε.
Έξω ξέσπασε το φως της Ανατολής. Αν και ήταν δύσκολο να αφήσεις την ζεστασιά του υπνόσακου, σηκωθήκαμε μετά από αρκετό χουχούλιασμα, γιατί έπρεπε να μαζέψουμε.
Είχαμε μπροστά μας μια μεγάλη μέρα!
Οι αγελάδες ερχόντουσαν όλες κατά πάνω μας, μαζί και οι ποιμενικοί.
Καταπληκτικό, κτηνοτροφικό θέαμα.
Φωτογραφηθήκαμε με αυτό ως background και ξεκινήσαμε για την ψηλότερη κορυφή του Τύμφης, σε ένα πεδίο άδενδρο και κακοτράχαλο. Το μάτι σταμάταγε συνεχώς στις απότομες, πετρώδες πλαγιές. Πότε για να χαρεί την ελευθερία των αγριόγιδων και πότε την εντυπωσιακή φύση του βουνού, τους σχηματισμούς διαφόρων πετρωμάτων.
Η θέα από την κορυφή… πανοραμική, ειδυλλιακή και απέραντη, που σε καθήλωνε το μεγαλείο της.
Το «τοίχος» της Νεμέρτσικας, ίσως να μας κέντριζε λίγο περισσότερο το ενδιαφέρον, μετά την παραμυθένια Δρακόλιμνη - το μάτι της Τύμφης.
Καθίσαμε στοχαστικοί πάνω της και αφαιρεθήκαμε για λίγο στο τοπίο.
Συνεχίσαμε με την επόμενη κορυφή της Γκαμήλας ΙΙ και ύστερα περάσαμε κάτω από την Γκαμήλα ΙΙΙ, για να βρεθούμε στην είσοδο του περάσματος του Καρτερού. Ένα λούκι ανάμεσα στις κατακόρυφες βραχώδεις κορυφές, το οποίο αποτελεί από τα δυσκολότερα περάσματα που σε δοκιμάζει ψυχοσυνθετικά και σωματικά.
Πήραμε μια βαθιά ανάσα πριν ξεκινήσουμε να κατεβαίνουμε την πέτρινη τσουλήθρα και ξεκινήσαμε. Δεν είχαμε κατέβει αρκετά, όπου πάνω στα βράχια βρέθηκε ένα αγριόγιδο, που φάνηκε από τον τρόπο που κινήθηκε το πόσο πολλή φοβήθηκε, νιώθοντας «εγκλωβισμένο» πάνω από τα κεφάλια μας. Αναγκάστηκε να πεταχτεί ανάμεσα μας για να ηρεμήσει στην απέναντι πλαγιά. Στάθηκε εκεί για αρκετή ώρα και μας παρατηρούσε σαν επιτηρητής.
Δεν θέλουμε μα σκεφτόμαστε πως θα μας χαρακτήριζε και αυτό βλέποντας την τρέλα που δέρνει.
Το τοπίο άλλαξε εντελώς από την άλλη πλευρά. Μικρά υψίπεδα που περιτριγυρίζονται από τις απόκρημνες ορθοπλαγιές. Από το ένα διάσελο στο επόμενο, από ζωνάρι σε ζωνάρι και τέλος, από το σηματοδοτημένο μονοπάτι του αγώνα του Ζαγορίου, βγήκαμε στον αυχένα δίπλα της κορυφής Γκούρα. Απο κει ακολούθησε μια συνεχή κατηφόρα, όπου συνέχεια χάναμε υψομετρικά, όπως και το φως της ημέρας, όπου μας βρήκε η νύχτα πεζοπορώντας με τους φακούς μας μέχρι την πλατεία του αρχοντικού Τσεπέλοβου, μπροστά στο δημαρχείο για την τελευταία φωτογραφία, όπου μας περίμεναν και αγαπημένοι ντόπιοι φίλοι, όπως ο Δημήτρης Ιωαννίδης.
Η Ήπειρος -σώμα και ψυχή- θα έχει πάντα την δύναμη να σε μαγεύει, να σε συγκινεί και να θες να επιστρέψεις πίσω. Στα βουνά και στα λαγκάδια, τους ορεινούς οικισμούς, τα ποτάμια και τα γεφύρια, στα πανηγύρια της, τις θάλασσες και ακρογιαλιές, στην κάθε της «ανάσα».
Βουνοσπαρμένη Ήπειρος… Πεζοπορία στο απόκοσμο, σεληνιακό και εντυπωσιακό τοπίο της Τύμφης. Στην Ήπειρο της καρδιάς μας, στον τόπο που φτερουγίζει η ψυχή μας, πάντα θα είναι αλλιώτικη η κάθε δραστηριότητα. Από την στιγμή που ανακοινώθηκε η πεζοπορία μας στην Τύμφη, ανυπομονούσαμε. Βλέποντας τον χάρτη, οι διαδρομές και τα αξιοθέατα ήταν τόσα πολλά όπου δεν ξέραμε από που να πρωταρχίσουμε. Άπειρου κάλλους η Ήπειρος, από τις βουνοκορφές, μέχρι και τις ακρογιαλιές. Χαράδρες, ποτάμια, δάση, αλλά και άνθρωποι, πάντα μας συγκινούν και μας κάνουν να νιώθουμε υπερήφανοι για την γενέτειρα μας. Η αφετηρία της διαδρομής θα ήταν το Τσεπέλοβο, το μεγαλύτερο σε πληθυσμό χωριό του Ζαγορίου και ένα από τα πέτρινα κοσμήματα του. Φτάσαμε νύχτα, στο δρόμο δεν υπήρχε ψυχή, εκτός από δυο-τρεις τετράποδους φύλακες. Η θερμοκρασία κυμαίνονταν γύρω στους 10 βαθμούς και αράξαμε μέσα στο αυτοκίνητο μέχρι να ρθουν τα παιδιά από την Θεσσαλονίκη. Άρχισε να χαράζει. Κτηνοτρόφοι και κυνηγοί πήραν τα βουνά. Το χωριό το ξυπνήσαμε όμως όταν φτάσαν τα παιδιά, ζουζουνίζοντας σαν μια κυψέλη μελισσιών μέχρι να ετοιμαστούμε. Στην πλατεία του χωριού, ένας κύριος απολάμβανε τον πρωινό καφέ του. Εμείς ακολουθήσαμε ένα πέτρινο σοκάκι μέχρι να βγούμε πιο ψηλά, για να βρούμε τα ίχνη του μονοπατιού. «Σε 4 ώρες θα είστε πάνω», μας είπε βιαστικά ένας ηλικιωμένος δρομέας. Βέβαια μας πήρε παραπάνω, μάλλον κάτι δεν υπολόγισε σωστά. Ζεστός ο Οκτώβριος. Και στο γυμνό τερέν που περπατούσαμε δεν μας διευκόλυνε. Κάπου κάπου, το μονοπάτι μας οδηγούσε στο ρίζωμα κάποιων τεράστιων βράχων. Εκεί μπορούσαμε να πάρουμε δυο ανάσες, να πιούμε μια γουλιά νεράκι και ξανά στο πεδίο. Στα υψίπεδα του βουνού, οι αγελάδες και τα άλογα ήταν οι μόνες μας συναντήσεις. Το μεσημέρι φτάσαμε στη λούτσα Ραμπόζι. Η μεγαλύτερη μας στάση ήταν εκεί. Ξεφορτώσαμε την «προίκα» μας, και σταθήκαμε με το βλέμμα καρφωμένο στον τοίχο της Αστράκας. Φάγαμε κάτι στα γρήγορα, παίρνοντας δύναμη και πήραμε τον ανήφορο χωρίς βάρος. Ίσως το πιο ενδιαφέρον σημείο της πρώτης μέρας. Αφενός, ο σωστός συντονισμός με ένα κοπάδι αγριόγιδων την στιγμή που πετάχτηκαν τρέχοντας από ένα λούκι, δημιούργησε μια ξεχωριστή στιγμή. Αφετέρου, το σκαρφάλωμα στον βράχο, ανέβασε την αδρεναλίνη μας. Το απόγευμα της πρώτης μέρας μας βρήκε τελικά στην κορυφή της Αστράκας. Γύρω μας, τα μέρη γνωστά, με αρκετά από αυτά να τα έχουμε περπατήσει. Όρη Τσαμαντά, Νεμέρτσικα, Όρη Λεσκοβικίου, Γράμμος, Σμόλικας. Στα πόδια μας το μικρό Πάπιγκο και ο κάμπος της Κόνιτσας πιο πέρα. Ο Σαραντάπορος με τον Αώο συνέχιζαν το ταξίδι τους στα αιματοβαμμένα υψώματα του ‘40. Οκτώβριος τότε, Οκτώβριος και τώρα. Και συνεχίζουμε: «Στη μέση πιάνει ο Τόμαρος κοντά στο Μιτσικέλι κι η Πίνδος κατ' ανατολή Τζουμέρκα Περιστέρι…» Όλα αυτά, μαζί με τις κορυφές της Τύμφης, και την Δρακόλιμνη αποτελούσαν το πανοραμικό μας πλάνο. Ένα σωρό συναισθήματα αντικρίζοντας τα, έτοιμα να ξεσπάσουν… αλλά ο ήλιος έδυε και έπρεπε να επιστρέψουμε στις όχθες τις λούτσας για να κατασκηνώσουμε. Δεν είχε αέρα, στήσαμε εύκολα τις σκηνές. Φάγαμε και ξαπλώσαμε ύστερα στο χορτολίβαδο για να μας ταξιδέψει ο Βασίλης στα αστέρια και τον γαλαξία. Εξηγώντας τους αστερισμούς, τους οποίους τους βρήκαμε αρκετά ενδιαφέρον. Οι εξηγήσεις στις απορίες μας αρκετές και χρήσιμες. Μερικοί την κάναν γρήγορα για ύπνο. Με τον Βασίλη συνεχίσαμε την φωτογράφηση των αστεριών πριν ξαπλώσουμε να ξεκουραστούμε. Είχαμε την ευκαιρία, να απολαύσουμε την γαλήνη του βουνού, στις πιο ήσυχες ώρες του. Αυτό που τσάκιζε την σιωπή, ήταν μόνο ο χτύπος από τα κουδούνια των αγελαδιών, που μας τον έφερνε ο αέρας. Έχουν μαζευτεί στην απέναντι πλευρά, για να προστατευθούν από το κρύο και τον αέρα την νυχτός.
2η μέρα - Κορυφή Γκαμήλα
Ήταν γύρω στις δώδεκα.
Ο αέρας δυνάμωσε!
Η σκηνή άρχισε να «χορεύει» στο ρυθμό του, αλλά καταφέραμε να κοιμηθούμε.
Έξω ξέσπασε το φως της Ανατολής. Αν και ήταν δύσκολο να αφήσεις την ζεστασιά του υπνόσακου, σηκωθήκαμε μετά από αρκετό χουχούλιασμα, γιατί έπρεπε να μαζέψουμε.
Είχαμε μπροστά μας μια μεγάλη μέρα!
Οι αγελάδες ερχόντουσαν όλες κατά πάνω μας, μαζί και οι ποιμενικοί.
Καταπληκτικό, κτηνοτροφικό θέαμα.
Φωτογραφηθήκαμε με αυτό ως background και ξεκινήσαμε για την ψηλότερη κορυφή του Τύμφης, σε ένα πεδίο άδενδρο και κακοτράχαλο. Το μάτι σταμάταγε συνεχώς στις απότομες, πετρώδες πλαγιές. Πότε για να χαρεί την ελευθερία των αγριόγιδων και πότε την εντυπωσιακή φύση του βουνού, τους σχηματισμούς διαφόρων πετρωμάτων.
Η θέα από την κορυφή… πανοραμική, ειδυλλιακή και απέραντη, που σε καθήλωνε το μεγαλείο της.
Το «τοίχος» της Νεμέρτσικας, ίσως να μας κέντριζε λίγο περισσότερο το ενδιαφέρον, μετά την παραμυθένια Δρακόλιμνη - το μάτι της Τύμφης.
Καθίσαμε στοχαστικοί πάνω της και αφαιρεθήκαμε για λίγο στο τοπίο.
Συνεχίσαμε με την επόμενη κορυφή της Γκαμήλας ΙΙ και ύστερα περάσαμε κάτω από την Γκαμήλα ΙΙΙ, για να βρεθούμε στην είσοδο του περάσματος του Καρτερού. Ένα λούκι ανάμεσα στις κατακόρυφες βραχώδεις κορυφές, το οποίο αποτελεί από τα δυσκολότερα περάσματα που σε δοκιμάζει ψυχοσυνθετικά και σωματικά.
Πήραμε μια βαθιά ανάσα πριν ξεκινήσουμε να κατεβαίνουμε την πέτρινη τσουλήθρα και ξεκινήσαμε. Δεν είχαμε κατέβει αρκετά, όπου πάνω στα βράχια βρέθηκε ένα αγριόγιδο, που φάνηκε από τον τρόπο που κινήθηκε το πόσο πολλή φοβήθηκε, νιώθοντας «εγκλωβισμένο» πάνω από τα κεφάλια μας. Αναγκάστηκε να πεταχτεί ανάμεσα μας για να ηρεμήσει στην απέναντι πλαγιά. Στάθηκε εκεί για αρκετή ώρα και μας παρατηρούσε σαν επιτηρητής.
Δεν θέλουμε μα σκεφτόμαστε πως θα μας χαρακτήριζε και αυτό βλέποντας την τρέλα που δέρνει.
Το τοπίο άλλαξε εντελώς από την άλλη πλευρά. Μικρά υψίπεδα που περιτριγυρίζονται από τις απόκρημνες ορθοπλαγιές. Από το ένα διάσελο στο επόμενο, από ζωνάρι σε ζωνάρι και τέλος, από το σηματοδοτημένο μονοπάτι του αγώνα του Ζαγορίου, βγήκαμε στον αυχένα δίπλα της κορυφής Γκούρα. Απο κει ακολούθησε μια συνεχή κατηφόρα, όπου συνέχεια χάναμε υψομετρικά, όπως και το φως της ημέρας, όπου μας βρήκε η νύχτα πεζοπορώντας με τους φακούς μας μέχρι την πλατεία του αρχοντικού Τσεπέλοβου, μπροστά στο δημαρχείο για την τελευταία φωτογραφία, όπου μας περίμεναν και αγαπημένοι ντόπιοι φίλοι, όπως ο Δημήτρης Ιωαννίδης.
Η Ήπειρος -σώμα και ψυχή- θα έχει πάντα την δύναμη να σε μαγεύει, να σε συγκινεί και να θες να επιστρέψεις πίσω. Στα βουνά και στα λαγκάδια, τους ορεινούς οικισμούς, τα ποτάμια και τα γεφύρια, στα πανηγύρια της, τις θάλασσες και ακρογιαλιές, στην κάθε της «ανάσα».
Waypoint
Commenti (1)
Puoi aggiungere un commento o una recensione a questo percorso
Καταρχην σ ευχαριστω για την υπεροχη περιγραφη.
Σας ζηλευω που ειστε μια δυνατη ομαδα και τα καταφερνετε να ζειτε. Ελπιζω να καταφερω καποια στιγμη εστω και στα 48 μου να ειμαι ετοιμος σωματικα και πνευματικα νε σωστη παρεα να το ζησω οπως εσεις. Μπραβο σας..